Σφάλμα
  • JUser::_load: Unable to load user with id: 70

Χριστούγεννα: Τι θα θυμούνται τα παιδιά από τις γιορτές;

Γράφτηκε από
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Κάποια στιγμή, κάποιοι γινόμαστε γονείς. Τότε συμβαίνει το θαυμαστό να νιώθουμε κάτι πολύ παιδικό να (ξανα)σκιρτάει μέσα μας. Πιάνουμε τον εαυτό μας να (ξανα)συγκινείται με τα Χριστούγεννα, τα δέντρα, τα κάλαντα, τα δώρα, τις μυρωδιές, τα φώτα, τις γιορτές. Τα (ξανα)βλέπουμε όλα αυτά μέσα απ’ τα μάτια του παιδιού μας,

τα χαιρόμαστε όσο ίσως δεν τα είχαμε χαρεί όταν ήμαστε οι ίδιοι παιδιά, ξαναθυμόμαστε πώς ήταν για μας και θέλουμε οπωσδήποτε να τα θυμάται κι αυτό. Προσπαθούμε, λοιπόν, να φτιάξουμε για το παιδί μας ωραίες στιγμές, φτιάχνουμε ατμόσφαιρα, στηνόμαστε πίσω από κάμερες και απαθανατίζουμε γιατί «αυτά μένουν», όπως ακούμε τον εαυτό μας να λέει. Με λίγα λόγια, δουλεύουμε, απ’ τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής του, πολύ ευσυνείδητα για τις αναμνήσεις του.

 

Θα τα θυμάται, όμως, πράγματι όλα αυτά ή άδικα κοπιάζουμε; Οι επιστήμονες σ’ αυτό το θέμα είναι μάλλον ισοπεδωτικοί: όσο κι αν προσπαθούμε, ισχυρίζονται, τα παιδιά μας δε θα θυμούνται τίποτε απ’ όσα έζησαν πριν από τα τρία τους χρόνια. Μπορεί αυτά τα τρία πρώτα χρόνια να είναι τα πιο πλούσια και τα πιο καρποφόρα σε μάθηση, βιώματα, καινούργιες «γνώσεις» και ικανότητες, όμως τα παιδιά δε θα έχουν καμία συνειδητή ανάμνηση απ’ όλα αυτά. Δε θα θυμάται, λένε, αν είχαμε στο σπίτι το ψηλότερο δέντρο της αγοράς ή αν ο παππούς, ο μπαμπάς και ο νονός έκαναν το τρίο Άγιος Βασίλης τραγουδώντας εν χορώ με κόκκινα σκουφάκια τα κάλαντα για χάρη του.

Αυτό το γεγονός της παιδικής «αμνησίας» εξηγείται επιστημονικά ως εξής: Για να μπορούμε να έχουμε αναμνήσεις που μας εντυπώνονται και μπορούμε να ανακαλέσουμε ανά πάσα στιγμή, πρέπει να συντρέχουν τρεις παράγοντες. Ο πρώτος απ’ αυτούς είναι η γλώσσα. Για να αρχίσει να λειτουργεί η αυτοβιογραφική μας μνήμη στην οποία αποθηκεύουμε προσωπικά βιώματα, πρέπει να έχουμε κατακτήσει πολύ καλά τη μητρική μας γλώσσα. Βιώματα που δεν ήμαστε σε θέση να περιγράψουμε με λέξεις όταν τα ζήσαμε, δεν «αρχειοθετήθηκαν» και δεν μπορούν να ανασυρθούν από τους θησαυρούς της μνήμης, έστω κι αν θεωρητικά είναι κάπου καταχωνιασμένα. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η νευρολογική ωρίμανση του εγκεφάλου. Ο εγκέφαλος, όπως και το υπόλοιπο σώμα, αναπτύσσεται από τη στιγμή που αρχίζει να διαμορφώνεται το έμβρυο και συνεχίζει να αναπτύσσεται ως την ενήλικη ζωή. Στα μικρά παιδιά, λοιπόν, δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη το δίκτυο των νευρώνων που είναι απαραίτητο για την καλύτερη δυνατή αποθήκευση αναμνήσεων. Η ωρίμανση αυτή ολοκληρώνεται στην εφηβεία, ενώ στις πολύ μικρές ηλικίες η μνήμη λειτουργεί ακόμη με πολύ απλό τρόπο. Μετά τα τρία χρόνια είναι η ανάπτυξη του εγκεφάλου τέτοια που το παιδί να είναι σε θέση να απομνημονεύει προσωπικά βιώματα και να τα καταγράφει στην αυτοβιογραφική του μνήμη. Και ο τρίτος παράγοντας είναι, τέλος, η ανάπτυξη του εγώ ή αλλιώς του εαυτού ή της προσωπικότητας. Γύρω στα 2 με 3 χρόνια τα παιδιά αρχίζουν να αναπτύσσουν μια αντίληψη του ποια είναι και ότι είναι αυτόνομα πλάσματα, ξεχωριστά από τους άλλους. Τότε περίπου αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και σε σχέση με το γύρω κόσμο και τότε αρχίζει σιγά-σιγά να αναπτύσσεται και η έννοια του χρόνου: τι είναι σήμερα, χτες, αύριο. Μέχρι να συμβεί αυτό, λένε οι ειδικοί, τα παιδιά δεν είναι σε θέση να αποθηκεύσουν ή να ανακαλέσουν αναμνήσεις.

Μπορεί να μην μπορούμε συνειδητά να ανακαλέσουμε αναμνήσεις από τα πρώτα τρία χρόνια της ζωής μας, όμως πολλοί από μας έχουν εικόνες από στιγμιότυπα που έλαβαν χώρα πριν από την ηλικία αυτή… Μπορεί τις πολύ πρώιμες αναμνήσεις μας να μην μπορούμε να τις ανακαλέσουμε, όπως και όποτε θέλουμε, αλλά κάποια συμβάντα έχουν παρόλα αυτά καταγραφεί σαν εικόνες συνυφασμένες με συναισθήματα. Τα συναισθήματα ούτως ή άλλως μοιάζουν να είναι το κλειδί για τις παιδικές μας αναμνήσεις και σ’ αυτό συμφωνούν και οι ειδικοί της νευροβιολογίας του εγκεφάλου.

Κανείς δεν μπορεί να πει τι θα θυμάται ένα παιδί κάποτε. Το σίγουρο, όμως, είναι ότι οι αναμνήσεις που έχουμε απ’ την παιδική ηλικία εξαρτώνται από το πόσο έντονη συναισθηματικά ήταν για μας μια κατάσταση ή ένα συμβάν. Είτε νιώσαμε έντονη χαρά, λύπη, ντροπή ή φόβο, το σημαντικό είναι ότι κάτι μας άγγιξε πολύ βαθιά κι έτσι καταχωρήθηκε μέσα μας. Μ’ αυτό τον τρόπο, λοιπόν, μπορεί ένα παιδί να θυμάται ένα χριστουγεννιάτικο τραγουδάκι που του λέγανε, γιατί ένιωθε πολύ όμορφα, καθώς καθόταν ευτυχισμένο και ασφαλές στην αγκαλιά των γονιών του.

Αυτή είναι, τελικά, και η αξία αυτών των παιδικών αναμνήσεων: ότι ακόμη κι αν δεν θυμόμαστε συγκεκριμένα γεγονότα, έχουμε μέσα μας μία αίσθηση για το αν, πότε και πώς νιώσαμε σαν παιδιά ασφάλεια, θαλπωρή και αγάπη ή όχι. Αυτές οι θετικές αλλά και οι αρνητικές καταγραφές συνεισφέρουν στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας, μας κάνουν λιγότερο ή περισσότερο ευαίσθητους και εμπλουτίζουν το συναισθηματικό μας κόσμο κάνοντάς μας ξεχωριστούς και μοναδικούς.

Αν και δεν μπορούμε να προκαθορίσουμε τι θα θυμούνται τα παιδιά μας και τι όχι, μπορούμε όμως λίγο να συνεισφέρουμε ώστε να τους μείνουν μερικές από τις ωραίες αναμνήσεις. Πώς;

-Μιλώντας με τα παιδιά για αυτά που έζησαν. Είναι ωραίο, τα βράδια, ειδικά μετά από ξεχωριστές μέρες όπως των γιορτών, να ξαναθυμόμαστε τα συμβάντα της μέρας, τι ήταν ωραίο και τι όχι. Όσα γίνονται λόγος και έκφραση, παραμένουν στη μνήμη καλύτερα. Και ο ύπνος βοηθάει να αποτυπωθούν αυτά ακόμη καλύτερα, ώστε κάποιες στιγμές να μείνουν σαν αναμνήσεις στο μυαλό.

-Επαναλαμβάνοντας. Ως ενήλικες βαριόμαστε την επανάληψη, για τα παιδιά όμως είναι πολύ σημαντική. Ό,τι αγαπούν, ό,τι τους έδωσε χαρά μπορούν και θέλουν να το επαναλαμβάνουν απεριόριστα. Με λίγη υπομονή απ’ τη μεριά μας μπορούμε να τα βοηθήσουμε να αποθηκεύσουν καλύτερα τις αγαπημένες τους στιγμές της ημέρας.

-Δίνοντάς τους την ευκαιρία να κινηθούν. Η κίνηση και ιδιαίτερα στον καθαρό αέρα, βοηθάει στην έκκριση «ορμονών ευφορίας». Μ’ αυτό τον τρόπο βιώνονται ακόμη πιο θετικά και πιο έντονα οι ωραίες καταστάσεις και καταχωρούνται πιο εύκολα στη μνήμη. Χρειαζόμαστε τις ωραίες παιδικές αναμνήσεις των γιορτών, γιατί όταν και όποτε τις ανακαλούμε, αισθανόμαστε ευφορία, με τον ίδιο περίπου τρόπο όπως όταν ακούμε ωραία μουσική ή τρώμε σοκολάτα: το σώμα μας εκκρίνει ενδορφίνες, τις ορμόνες της ευτυχίας, οι οποίες με τη σειρά τους δυναμώνουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα και τη σωματική και ψυχική μας αντοχή.

Θερμές ευχές τόσο για σωματική και ψυχική υγεία, όσο και για κοινωνική και πνευματική υγεία σε όλους!

 

Γιώτα Παπαγεωργίου

Ψυχολόγος

Πηγή: www.tharrosnews.gr

You are here